Ο πρώην πρέσβης και σύμβουλος του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών Παναγιώτης
Ιωακειμίδης δήλωσε ότι τα χωρικά ύδατα μπορούν επίσης να αποτελέσουν
αντικείμενο διαπραγμάτευσης με την Τουρκία.-Οποιαδήποτε προσπάθεια ανατροπής
της Συνθήκης της Λωζάνης θα υπονομεύσει αναπόφευκτα την ειρήνη, τη σταθερότητα
και την ισορροπία που παρέμεινε αναλλοίωτη εδώ και έναν αιώνα στο Αιγαίο, την
ΝΑ Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή
Ητουρκική "πρεμούρα" για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης είναι γνωστή
εδώ και καιρό, αφού αυτή αποτελεί φραγμό στα τουρκικά αναθεωρητικά σχέδια σε
βάρος της χώρας μας σε Αιγαίο και ΝΑ Μεσόγειο.
Τουρκικό ΜΜΕ επανέρχεται στο θέμα με σχετικό του άρθρο, αναφέροντας ότι τάχα
"Η Ελλάδα λέει ότι η συνθήκη της Λωζάνης «μπορεί να διαπραγματευτεί» στην
100ή επέτειο ",πράγμα που φυσικά δεν ισχύει.
Κυριότερα σημεία του εν λόγω άρθρου είναι κατά την εκτίμησή μας τα ακόλουθα:
"Εκπληκτικές δηλώσεις προήλθαν από την ελληνική πτέρυγα για τις σχέσεις
Τουρκίας - Ελλάδας, οι οποίες αμβλύνθηκαν μετά τους σεισμούς στην
Καχραμανμάρα;. Ο πρώην πρέσβης και σύμβουλος του ελληνικού υπουργείου
Εξωτερικών Παναγιώτης Ιωακειμίδης δήλωσε ότι τα χωρικά ύδατα μπορούν επίσης
να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με την Τουρκία.
Με αφορμή την 100ή επέτειο της Συνθήκης της Λωζάνης, διοργάνωσε συνέδριο
από το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και το Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής
Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) στην Αθήνα.
Στην εναρκτήρια ομιλία του στο συνέδριο, η Πρόεδρος της Ελλάδας Κατερίνα
Σακελαροπούλου τόνισε ότι η Συνθήκη της Λωζάνης εξακολουθεί να έχει μεγάλη
σημασία τόσο για την περιοχή όσο και για τον κόσμο, αναφέρει το Anadolu.
"Η Συνθήκη της Λωζάνης έχει σημαντικό ρόλο στην εξασφάλιση της Ειρήνης"
Δηλώνοντας ότι η συνθήκη της Λωζάνης συνέβαλε καθοριστικά στη χάραξη
των συνόρων στην εγγύς γεωγραφία και τη Μέση Ανατολή, η Πρόεδρος της
Ελληνικής Δημοκρατίας Σακελαροπουλού ,υπογράμμισε ότι η συνθήκη
έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση της ειρήνης στον απόηχο του Πρώτου
Παγκοσμίου Πολέμου.
Δήλωσε επίσης ότι ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία της συνθήκης
ήταν η ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας και είπε, "Υπάρχουν
πολύ λίγες συνθήκες που είναι τόσο συνεχείς όσο η Λωζάνη. Τα υπογράφοντα
κράτη επιδίωξαν σταθερότητα καταλήγοντας σε μια συμφωνία που
επανακαθορίζει τα σύνορα και την εδαφική κυριαρχία. Οποιαδήποτε
προσπάθεια ανατροπής της θα υπονομεύσει αναπόφευκτα την ειρήνη, τη
σταθερότητα και την ισορροπία που παρέμεινε αναλλοίωτη εδώ και έναν
αιώνα».
Οι δηλώσεις Βενιζέλου
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός
Εξωτερικών της Ελλάδας, δήλωσε ότι η Συνθήκη της Λωζάνης ήταν καθοριστικής
σημασίας για την εθνική ταυτότητα και την οικοδόμηση του κράτους,
τόσο για την Τουρκία όσο και για την Ελλάδα.
Επισημαίνοντας ότι οι δύο χώρες είναι μέλη του ΝΑΤΟ από το 1952, ο
Βενιζέλος είπε ότι για να επιλυθούν οι διαφορές μεταξύ των δύο χωρών θα
πρέπει να υπάρχει πολιτική βούληση αλλά και αίσθηση ιστορίας και
γεωγραφίας.
«Υπάρχει δυναμική, αυτή η δυναμική πρέπει να χρησιμοποιηθεί προς όφελος
και των δύο χωρών και της περιφερειακής σταθερότητας», είπε ο Βενιζέλος.
Οι άλλοι ομιλητές
Οι ακαδημαϊκοί που πήραν τον λόγο στο Συνέδριο έθιξαν την ανταλλαγή
πληθυσμών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λωζάνης
και ανέλυσαν τις νομικές, κοινωνιολογικές, οικονομικές και πολιτικές
συνέπειες της ανταλλαγής.
Δηλώνοντας ότι η Συνθήκη ήταν η γέννηση της Δημοκρατίας της Τουρκίας, οι
Έλληνες ομιλητές εξήγησαν ότι σήμαινε επίσης το τέλος της Μεγάλης Ιδέας
της Ελλάδας.
Ο πρώην πρέσβης και σύμβουλος του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών
Παναγιώτης Iωακειμίδης τόνισε την ανάγκη εξεύρεσης κοινού εδάφους για την
επίλυση των διαφορών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας.
Ο Ιωακιμίδης επεσήμανε ότι η Ελλάδα θέλει να συζητήσει μόνο για την
υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), ενώ η Τουρκία
θέλει να συζητήσει πολλά θέματα, συμπεριλαμβανομένου του αφοπλισμού των
νησιών, και είπε ότι πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση και τα χωρικά ύδατα
πρέπει να προστεθούν στα προς συζήτηση θέματα.
Η επίσημη θέση της Ελλάδας για τα χωρικά ύδατα (Αιγιαλίτιδα ζώνη)
Στην επίσημη ιστοσελίδα του Ελληνικού ΥΠΕΞ, αναφορικά με τη θέση της
Ελλάδας για την αιγιαλίτιδα ζώνη αναφέρονται:
"Το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης της Ελλάδας ορίστηκε το 1936 στα 6
ναυτικά μίλια από την ακτή (Ν. 230/1936 και μεταγενέστερο Ν.Δ. 187/1973).
Διατηρήθηκε, εντούτοις, ρητώς το όριο των 10 ναυτικών μιλίων αιγιαλίτιδας
ζώνης όσον αφορά στον εναέριο χώρο, βάσει της προγενέστερης νομοθεσίας
(Διάταγμα της 6ης Σεπτεμβρίου 1931, σε συνδυασμό με τον νόμο 5017/1931).
Βάσει εθιμικού κανόνα του Δικαίου της Θάλασσας, που ενσωματώνεται και στη
Σύμβαση των ΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, η Ελλάδα δικαιούται να
επεκτείνει μέχρι τα 12 ν.μ. την αιγιαλίτιδα ζώνη της.
Το δικαίωμα επέκτασης του ορίου της αιγιαλίτιδας ζώνης μέχρι τα 12 ν.μ.
είναι κυριαρχικό και ασκείται μονομερώς και κατά συνέπεια δεν υπόκειται σε
κανενός είδους περιορισμό ή εξαίρεση και δεν επιδέχεται αμφισβητήσεως από
τρίτα κράτη (το άρθρο 3 της Σύμβασης, που ενσωματώνει κανόνα εθιμικού
δικαίου, ουδένα περιορισμό ή εξαίρεση ως προς το δικαίωμα αυτό θέτει).
Η συντριπτική πλειοψηφία των παράκτιων κρατών, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων,
έχει προσδιορίσει το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ν.μ. Η ίδια η
Τουρκία έχει επεκτείνει, ήδη από το 1964, την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα 12
ν.μ. στον Εύξεινο Πόντο και τη Μεσόγειο.
Η Ελλάδα κατά την κύρωση της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (Ν.
2321/1995) δήλωσε ρητά ότι επιφυλάσσεται να ασκήσει σε οιοδήποτε χρόνο το
δικαίωμά της να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της μέχρι τα 12 ν.μ.
Ως αντίδραση προς τη νόμιμη αυτή θέση της Ελλάδας, η τουρκική Βουλή
εξουσιοδότησε με ψήφισμά της (8/6/1995) την τουρκική κυβέρνηση, εν λευκώ
και στο διηνεκές, να κηρύξει πόλεμο (casusbelli) στην Ελλάδα
(εξουσιοδότηση για χρήση και στρατιωτικών μέσων κατά της Ελλάδος), σε
περίπτωση που η τελευταία επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της πέραν των 6
ν.μ.
Η συμπεριφορά αυτή της Τουρκίας παραβιάζει κατάφωρα θεμελιώδεις αρχές του
Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών περί απαγόρευσης χρήσης ή απειλής χρήσης βίας
(άρθρο 2, παρ. 4), περί ειρηνικής επίλυσης (άρθρο 2, παρ. 3) και περί
καλής γειτονίας και ειρηνικής συνύπαρξης (Προοίμιο).
Παράλληλα, δυναμιτίζει τη συμμαχική σχέση που οφείλουν να έχουν κράτη που
μετέχουν στην ίδια Συμμαχία και αντίκειται στις βασικές αρχές στις οποίες
στηρίζεται το ΝΑΤΟ (άρθρα 1 και 2 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου).
Η άρση του casus belli έχει συμπεριληφθεί μεταξύ των βασικών κριτηρίων για
την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, στο πλαίσιο της υποχρέωσής της για πλήρη
σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και της καλής γειτονίας που αποτελεί θεμέλια
αρχή πάνω στην οποία έχει οικοδομηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Είναι αυτονόητο ότι ένα υποψήφιο προς ένταξη κράτος δεν είναι δυνατόν να
απειλεί με πόλεμο άλλο κράτος και πολύ περισσότερο ένα μέλος της ΕΕ και
μελλοντικό εταίρο.
Αποτελεί, επίσης, αναγκαία προϋπόθεση για την ουσιαστική βελτίωση των
ελληνο-τουρκικών σχέσεων και τη μείωση της έντασης. Είναι προφανές ότι οι
προσπάθειες εξομάλυνσης των σημείων τριβής και ειρηνικής επίλυσης των
διαφορών δεν μπορούν να ευοδωθούν υπό το κράτος απειλής πολέμου